επισκεπτήριο
Προφορά
Ετυμολογία
επισκεπτήριο επισκέπτομαι
Ερμηνεία
ουσιαστικό
└ουδέτερο┘ το επισκεπτήριο
✦ μικρή κάρτα με το ονοματεπώνυμο του προσώπου που τη χρησιμοποιεί
✦ οι ορισμένες ώρες επισκέψεων σε νοσοκομεία, φυλακές κτλ
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–