επισημότητα
Προφορά
Ετυμολογία
επισημότητα επίσημος
Ερμηνεία
ουσιαστικό
└θηλυκό┘ η επισημότητα
✦ η ιδιότητα του επίσημου
✦ ο επίσημος χαρακτήρας: με ιδιαίτερη επισημότητα έγιναν τα εγκαίνια
✦ πληθ. επισημότητες, επίσημα, επιφανή πρόσωπα
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–