επιμετάλλωση


επιμετάλλωση
Προφορά

Ετυμολογία
επιμετάλλωση επιμεταλλώνω

Ερμηνεία
ουσιαστικό
θηλυκό┘ η επιμετάλλωση

✦ η κάλυψη επιφάνειας αντικειμένου με πολύτιμο μέταλλο

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.