επικαθίζω


επικαθίζω
Προφορά

Ετυμολογία
επικαθίζω αρχαία ελληνική ἐπι-καθίζω

Ερμηνεία
ρήμα επικαθίζω

✦ βάζω κάποιον να καθίσει κάπου
✦ τοποθετώ κάτι επάνω σε άλλο

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.