επαληθεύω


επαληθεύω
Προφορά

Ετυμολογία
επαληθεύω αρχαία ελληνική ἐπαληθεύω

Ερμηνεία
ρήμα επαληθεύω

✦ αποδείχνω κάτι ως σωστό ή ακριβές
✦ (αμτβ.) αποδείχνομαι αληθινός, σωστός: επαλήθευσαν τα προγνωστικά του

Συνώνυμα
επιβεβαιώνω
Αντίθετα
διαψεύδομαι
Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.