επαγγελτικός


επαγγελτικός
Προφορά

Ετυμολογία
επαγγελτικός μεταγενέστερη ελληνική ἐπαγγελτικός

Ερμηνεία
επίθετο┘ επαγγελτικός -ή, -ό

✦ που έχει τη συνήθεια να επαγγέλλεται, να υπόσχεται

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα
επαγγελτικά (Κ επαγγελτικώς)

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.