επάνω
Προφορά
Ετυμολογία
επάνω αρχαία ελληνική ἐπάνω
Ερμηνεία
επάνω
✦ κ. απάνω επίρρ. στην επιφάνεια ή στο πάνω μέρος: το ψωμί είναι επάνω στο τραπέζι – κοίταξε στη βιβλιοθήκη, επάνω
✦ σε ανώτερη θέση: ο πρόεδρος είναι επάνω από τον πρωθυπουργό
✦ περισσότερο: επάνω από εκατό
✦ ακριβώς: ήρθες επάνω στην ώρα που σε χρειαζόμαστε
✦ κατά τη διάρκεια, καθώς: επάνω που κουβεντιάζαμε
✦ φρ. επάνω του, εναντίον του
✦ επάνω κάτω, περίπου
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–