εξόρμιση


εξόρμιση
Προφορά

Ετυμολογία
εξόρμιση εξορμίζω

Ερμηνεία
ουσιαστικό
θηλυκό┘ η εξόρμιση

✦ έξοδος πλοίου από τον όρμο ή το λιμάνι στο πέλαγος

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.