εξορκιστικός


εξορκιστικός
Προφορά

Ετυμολογία
εξορκιστικός εξορκίζω

Ερμηνεία
επίθετο┘ εξορκιστικός -ή, -ό

✦ ο αναφερόμενος στον εξορκισμό

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα
εξορκιστικά κ.εξορκιστικώς

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.