εξομολογώ


εξομολογώ
Προφορά

Ετυμολογία
εξομολογώ μεταγενέστερη ελληνική ἐξομολογέω -ῶ

Ερμηνεία
ρήμα εξομολογώ -είς, -εί

✦ (για ιερέα) ακούω την εξομολόγηση πιστού
✦ (μέσ.) εξομολογούμαι, κ. (ε)ξομολογιέμαι, ομολογώ σφάλμα μου ή εκμυστηρεύομαι
✦ (εκκλ.) ομολογώ τα αμαρτήματά μου, για να συχωρεθώ

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.