εξαπλάσιος


εξαπλάσιος
Προφορά

Ετυμολογία
εξαπλάσιος αρχαία ελληνική ἑξαπλάσιος

Ερμηνεία
επίθετο┘ εξαπλάσιος -ια, -ιο

✦ ο έξι φορές μεγαλύτερος ή περισσότερος

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα
εξαπλάσια (Κ εξαπλασίως)

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.