εξάπτω


εξάπτω
Προφορά

Ετυμολογία
εξάπτω αρχαία ελληνική ἐξάπτω

Ερμηνεία
ρήμα εξάπτω

✦ διεγείρω, παροξύνω: να καλλιεργούν και να εξάπτουν τα εθνικά και τα εμφύλια μίση (Γ. Θεοτοκάς)
✦ εξάπτομαι, οργίζομαι, ανάβω

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.