εντερικός


εντερικός
Προφορά

Ετυμολογία
εντερικός αρχαία ελληνική ἐντερικός

Ερμηνεία
επίθετο┘ εντερικός -ή, -ό

✦ ο σχετικός με τα έντερα
✦ πληθ. ουδ. εντερικά ως ουσ., αρρώστια των εντέρων

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.