ενοχλητικός


ενοχλητικός
Προφορά

Ετυμολογία
ενοχλητικός ενοχλώ

Ερμηνεία
επίθετο┘ ενοχλητικός -ή, -ό

✦ που προκαλεί ενόχληση, δυσάρεστος

Συνώνυμα
οχληρός
Αντίθετα

Επιρρήματα
ενοχλητικά (Κ ενοχλητικώς)

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.