ενζενί


ενζενί
Προφορά

Ετυμολογία
ενζενί └γαλλ┘ ingénue, └θηλ┘ του ingénu (= αγαθός, απλοϊκός)

Ερμηνεία
ενζενί

✦ άκλ. (θεατρ.) ρόλος απλοϊκής και αφελούς κόρης και η ηθοποιός που τον υποδύεται

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.