ενδείκνυμαι


ενδείκνυμαι
Προφορά

Ετυμολογία
ενδείκνυμαι αρχαία ελληνική ἐνδείκνυμαι

Ερμηνεία
ρήμα ενδείκνυμαι

✦ επιβάλλομαι ως ο χρήσιμος, ο αναγκαίος
✦ απρόσ. ενδείκνυται, επιβάλλεται
✦ η μτχ. ενδεδειγμένος, -η, -ο(ν), καταλληλότερος

Συνώνυμα

Αντίθετα
αντενδείκνυμαι
Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.