ενασχολούμαι


ενασχολούμαι
Προφορά

Ετυμολογία
ενασχολούμαι μεταγενέστερη ελληνική ἐνασχολῶ• βλ. ενασχόληση

Ερμηνεία
ρήμα ενασχολούμαι -είσαι, -είται

✦ ασχολούμαι με κάτι, καταγίνομαι (όχι επαγγελματικά)

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.