ενίσχυση


ενίσχυση
Προφορά

Ετυμολογία
ενίσχυση μεσαιωνική ελληνική ἐνίσχυσις

Ερμηνεία
ουσιαστικό
θηλυκό┘ η ενίσχυση

✦ υλική ή ηθική βοήθεια
✦ ισχυροποίηση, ενδυνάμωση

Συνώνυμα

Αντίθετα
αποδυνάμωση, εξασθένιση
Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.