εν


εν
Προφορά

Ετυμολογία
εν αρχαία ελληνική ἐν

Ερμηνεία
εν

✦ πρόθ. συντάσσεται με δοτική και σημαίνει τόπο (εν Αθήναις), χρόνο (εν μηνί Αυγούστω), τρόπο (εν χορώ), όργανο κτλ.
✦ κατά τη σύνθεση το -ν τρέπεται α) σε -μ, πριν από τα χειλικά σύμφωνα (π,β,φ): εμβάλλω – έμπρακτος – εμφυτεύω β) σε -λ, πριν από το λ: έλλογος – ελλείπω γ) σε -γ, πριν από τα ουρανικά (λαρυγγικά) σύμφωνα (κ, γ, χ): εγγράφω – έγκαιρος – εγχώριος δ) σε -ρ, πριν από το ρ: έρρινος – έρρυθμος

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.