εμπτυσμός


εμπτυσμός
Προφορά

Ετυμολογία
εμπτυσμός αρχαία ελληνική ἐμπτυσμός

Ερμηνεία
ουσιαστικό
αρσενικό┘ ο εμπτυσμός

✦ το φτύσιμο: φρ. είναι άξιος εμπτυσμού (αξίζει την περιφρόνηση)
(μτφ. ) εξευτελισμός

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.