εμβρυομητρικός


εμβρυομητρικός
Προφορά

Ετυμολογία
εμβρυομητρικός έμβρυον + μήτηρ

Ερμηνεία
επίθετο┘ εμβρυομητρικός -ή, -ό

✦ ο σχετικός με το έμβρυο και τη μητέρα
✦ εμβρυομητρική ασυμβατότητα, διαφορά ιδιοσυστασίας εμβρύου και μητέρας, ιδ. ως προς τις ομάδες αίματος

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.