ελληνολάτρης


ελληνολάτρης
Προφορά

Ετυμολογία
ελληνολάτρης Έλλην + λάτρης

Ερμηνεία
ουσιαστικό
αρσενικό┘ ο ελληνολάτρης

✦ θηλ. ελληνολάτρισσα (Κ -τρις, -ιδος) αυτός που αγαπά υπερβολικά τους Έλληνες και καθετί το ελληνικό

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.