ελεητής


ελεητής
Προφορά

Ετυμολογία
ελεητής ελεώ

Ερμηνεία
ουσιαστικό
αρσενικό┘ ο ελεητής

✦ θηλ. ελεήτρια κ. ελεήτρα αυτός που ελεεί, πονόψυχος

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.