ελεγκτός


ελεγκτός
Προφορά

Ετυμολογία
ελεγκτός αρχαία ελληνική ἐλεγκτός

Ερμηνεία
επίθετο┘ ελεγκτός -ή, -ό

✦ αυτός για τον οποίο είναι δυνατόν ή επιβάλλεται να γίνει έλεγχος

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.