εκχέρσωση


εκχέρσωση
Προφορά

Ετυμολογία
εκχέρσωση εκχερσώνω

Ερμηνεία
ουσιαστικό
θηλυκό┘ η εκχέρσωση

✦ η μεταβολή άγονης γης σε καλλιεργήσιμη με κατάλληλες εργασίες

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.