εκτρέφω


εκτρέφω
Προφορά

Ετυμολογία
εκτρέφω αρχαία ελληνική ἐκτρέφω

Ερμηνεία
ρήμα εκτρέφω

✦ τρέφω για να μεγαλώσει: στα πεδινά εκτρέφονται βοοειδή
✦ (κ. μτφ.): η πολιτική αυτή εκτρέφει το μίσος

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.