εκτράχυνση


εκτράχυνση
Προφορά

Ετυμολογία
εκτράχυνση εκτραχύνω

Ερμηνεία
ουσιαστικό
θηλυκό┘ η εκτράχυνση

✦ (εύχρ. μτφ.) η τροπή προς το χειρότερο

Συνώνυμα

Αντίθετα
εξομάλυνση
Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.