εκσυγχρονιστικός


εκσυγχρονιστικός
Προφορά

Ετυμολογία
εκσυγχρονιστικός εκσυγχρονίζω

Ερμηνεία
επίθετο┘ εκσυγχρονιστικός -ή, -ό

✦ ο αναφερόμενος στον εκσυγχρονισμό: εκσυγχρονιστικές ιδέες

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.