εκατόγχειρος
Προφορά
Ετυμολογία
εκατόγχειρος μυθ. Ἑκατόγχειρ
Ερμηνεία
εκατόγχειρος
✦ -ειρος κ. εκατόγχειρος, -η, -ο επίθ. αυτός που έχει μεγάλη μυϊκή δύναμη, σαν να έχει εκατό χέρια (βλ. και τμήμα κυρίων ονομάτων)
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–