εκατο-


εκατο-
Προφορά

Ετυμολογία
εκατο- – Η ετυμολογία λείπει.

Ερμηνεία
εκατο-

✦ πρόθεμα που δηλώνει ότι η δηλούμενη από το δεύτερο συνθετικό μονάδα είναι πολλαπλασιασμένη επί εκατό

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.