εισφέρω


εισφέρω
Προφορά

Ετυμολογία
εισφέρω αρχαία ελληνική εἰσφέρω

Ερμηνεία
ρήμα εισφέρω

✦ προσφέρω χρήματα ή άλλες αξίες για την επίτευξη κοινού σκοπού
✦ συμβάλλω σε έργο

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.