εικονομαχία
Προφορά
Ετυμολογία
εικονομαχία εικονομάχος
Ερμηνεία
ουσιαστικό
└θηλυκό┘ η εικονομαχία
✦ ο αγώνας κατά της λατρείας των αγίων εικόνων (θρησκευτική και πολιτική διαμάχη που ξέσπασε τον 8ο αι. στο Βυζάντιο)
Συνώνυμα
εικονοκλασία
Αντίθετα
εικονολατρία
Επιρρήματα
–