εθελοντικός
Προφορά
Ετυμολογία
εθελοντικός εθελοντής
Ερμηνεία
└επίθετο┘ εθελοντικός -ή, -ό
✦ ο του εθελοντή: εθελοντική εργασία
✦ ο από εθελοντές: εθελοντική ομάδα
Συνώνυμα
εθελούσιος, εκούσιος
Αντίθετα
υποχρεωτικός, αναγκαστικός
Επιρρήματα
εθελοντικά (Κ εθελοντικώς)