εδώλιο
Προφορά
Ετυμολογία
εδώλιο αρχαία ελληνική ἑδώλιον
Ερμηνεία
ουσιαστικό
└ουδέτερο┘ το εδώλιο
✦ έδρα, κάθισμα, σκαμνί: τα εδώλια της βουλής
✦ εδώλιο του κατηγορουμένου, το κάθισμα στο οποίο κάθεται ο κατηγορούμενος κατά τη δίκη
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–