εγκατάλειψη


εγκατάλειψη
Προφορά

Ετυμολογία
εγκατάλειψη εγκαταλείπω

Ερμηνεία
ουσιαστικό
θηλυκό┘ η εγκατάλειψη

✦ απομάκρυνση από πρόσωπο, τόπο ή πράγμα
✦ παραμέληση
✦ παραίτηση από κάτι

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.