εγκέφαλος


εγκέφαλος
Προφορά

Ετυμολογία
εγκέφαλος αρχαία ελληνική ἐγκέφαλος

Ερμηνεία
ουσιαστικό
αρσενικό┘ ο εγκέφαλος

✦ ο μυελός που βρίσκεται στην κρανιακή κοιλότητα, το μυαλό
(μτφ. ) ο νους που διευθύνει: ο εγκέφαλος της επιχειρήσεως

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.