εγκάθετος


εγκάθετος
Προφορά

Ετυμολογία
εγκάθετος αρχαία ελληνική ἐγκάθετος

Ερμηνεία
επίθετο┘ εγκάθετος -η, -ο

✦ βαλτός, πρόσωπο που πληρώνεται για να επιδοκιμάζει ή αποδοκιμάζει σε συγκέντρωση, ο κλακαδόρος

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.