δύστυχος


δύστυχος
Προφορά

Ετυμολογία
δύστυχος δυστυχής

Ερμηνεία
επίθετο┘ δύστυχος -η, -ο

✦ άτυχος, κακότυχος: δύο αδέλφια δύστυχα κοιμούνται κάτου (Διον. Σολωμός)

Συνώνυμα
κακομοίρης, κακορίζικος, φουκαράς
Αντίθετα
καλότυχος, καλόμοιρος
Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.