δωρεοδόχος


δωρεοδόχος
Προφορά

Ετυμολογία
δωρεοδόχος δωρεά + δέχομαι

Ερμηνεία
ουσιαστικό
αρσενικό ή θηλυκό┘ ο, η δωρεοδόχος

✦ ο δεχόμενος δωρεά, δώρο

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.