δυσκολομάντευτος


δυσκολομάντευτος
Προφορά

Ετυμολογία
δυσκολομάντευτος δύσκολος + μαντεύω

Ερμηνεία
επίθετο┘ δυσκολομάντευτος -η, -ο

✦ αυτός για τον οποίο δύσκολα μαντεύει κάποιος κάτι: δυσκολομάντευτη ψυχή, θαμπή καρδιά γυναίκεια (Κ. Παλαμάς)

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.