δοσολογία


δοσολογία
Προφορά

Ετυμολογία
δοσολογία δόσις + λέγω

Ερμηνεία
ουσιαστικό
θηλυκό┘ η δοσολογία

✦ ο καθορισμός των δόσεων κατά τη λήψη φαρμάκου

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.