δολοφονικός


δολοφονικός
Προφορά

Ετυμολογία
δολοφονικός δολοφόνος

Ερμηνεία
επίθετο┘ δολοφονικός -ή, -ό

✦ ο σχετικός με τη δολοφονία ή τον δολοφόνο, ο ικανός για δολοφονία: δολοφονική απόπειρα – δολοφονικά μέσα

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα
δολοφονικά (Κ δολοφονικώς)

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.