δοκητισμός


δοκητισμός
Προφορά

Ετυμολογία
δοκητισμός μεσαιωνική ελληνική δοκητισμός

Ερμηνεία
ουσιαστικό
αρσενικό┘ ο δοκητισμός

✦ αιρετικό σύστημα κατά το οποίο ο Χριστός δεν είχε πραγματικά ανθρώπινο σώμα αλλά φαινομενικά

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.