δοκίμιο
Προφορά
Ετυμολογία
δοκίμιο μεταγενέστερη ελληνική δοκίμιον
Ερμηνεία
ουσιαστικό
└ουδέτερο┘ το δοκίμιο
✦ πρωτόλειο έργο συγγραφέα
✦ γραπτό μικρής εκτάσεως αναφερόμενο σε ειδικό θέμα
✦ πρόχειρο αντίτυπο στοιχειοθετημένου κειμένου, για διόρθωση των τυπογραφικών λαθών
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–