διχρονίζω Posted on 30 Ιουλίου 2018 by HonoLulu — Leave a reply διχρονίζωΠροφοράhttp://lexiko.ellinopedia.com/wp-content/uploads/mp3/2/διχρονίζω.mp3Ετυμολογίαδιχρονίζω δίχρονος Ερμηνεία└ρήμα┘ διχρονίζω ✦ διανύω ή συμπληρώνω το δεύτερο έτος της ηλικίας Συνώνυμα–Αντίθετα–Επιρρήματα–