διχοστατώ


διχοστατώ
Προφορά

Ετυμολογία
διχοστατώ αρχαία ελληνική διχοστατῶ

Ερμηνεία
ρήμα διχοστατώ -είς, -εί

✦ έχω εχθρική διάθεση απέναντι σε κάποιον, διαφωνώ, διχογνωμώ

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.