διχάζω Posted on 30 Ιουλίου 2018 by HonoLulu — Leave a reply διχάζωΠροφοράhttp://lexiko.ellinopedia.com/wp-content/uploads/mp3/2/διχάζω.mp3Ετυμολογίαδιχάζω αρχαία ελληνική διχάζω Ερμηνεία└ρήμα┘ διχάζω ✦ χωρίζω σε δύο ✦ (μτφ. ) προκαλώ διάσταση, διχόνοια: το πολιτειακό ζήτημα είχε διχάσει τους Έλληνες Συνώνυμα–Αντίθετα–Επιρρήματα–