δικαιοπραξία
Προφορά
Ετυμολογία
δικαιοπραξία δίκαιος + πράττω
Ερμηνεία
ουσιαστικό
└θηλυκό┘ η δικαιοπραξία
✦ πράξη σύμφωνη με το νόμο
✦ δήλωση βουλήσεως προσώπου με σκοπό τη σύσταση, αλλοίωση ή κατάργηση δικαιώματος
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–