διημερεύω Posted on 30 Ιουλίου 2018 by HonoLulu — Leave a reply διημερεύωΠροφοράhttp://lexiko.ellinopedia.com/wp-content/uploads/mp3/2/διημερεύω.mp3Ετυμολογίαδιημερεύω αρχαία ελληνική διημερεύω Ερμηνεία└ρήμα┘ διημερεύω ✦ περνώ κάπου όλη την ημέρα μου ✦ (για φαρμακεία, νοσοκομεία κτλ.) λειτουργώ όλη την ημέρα Συνώνυμα–Αντίθετα–Επιρρήματα–