διηγηματικός


διηγηματικός
Προφορά

Ετυμολογία
διηγηματικός αρχαία ελληνική διηγηματικός

Ερμηνεία
επίθετο┘ διηγηματικός -ή, -ό

✦ ο σχετικός με το διήγημα ή τη διήγηση: διηγηματική πεζογραφία

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα
διηγηματικά (Κ διηγηματικώς)

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.